Θεσμική απάντηση στο λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ

Η συζήτηση της Παρασκευής στη Βουλή ήταν άλλη μιας πρώτης τάξης ευκαιρίας για σύγκριση μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα σε ένα θέμα για το οποίο έχουν διασταυρώσει ξανά τα ξίφη τους στο παρελθόν, όταν ο νυν πρωθυπουργός ήταν αρχηγός της αντιπολίτευσης.

Η πρώτη σύγκριση αφορά το επίπεδο των προτάσεων που κατέθεσαν οι δύο πολιτικοί αρχηγοί. Ο πρωθυπουργός παρουσίασε έναν άξονα τεσσάρων προτάσεων που φιλοδοξούν να βελτιώσουν την Αστυνομία ως θεσμό αλλά και τη θέση του αστυνομικού. Αν λάβουμε υπόψιν πως ήδη έχει ξεκινήσει η υλοποίηση των περισσοτέρων προτάσεων του πορίσματος Αλιβιζάτου, τότε αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς πως ο κ. Μητσοτάκης πήγε στη Βουλή όχι για να μιλήσει θεωρητικά, αλλά για να αντιμετωπίσει το ζήτημα σε προγραμματική βάση, γεγονός που δείχνει τη θεσμική αντιμετώπιση του προβλήματος.

Ο πρωθυπουργός όμως είδε την παρουσία του αυτή και σαν μια ευκαιρία να στείλει μηνύματα στην κοινωνία. Καταδίκασε τον ξυλοδαρμό του πολίτη και παρουσίασε τις θέσεις του για τη βελτίωση της Αστυνομίας και τη θωράκιση των θεσμών ώστε να μη δούμε παρόμοια περιστατικά.  Ο κ. Μητσοτάκης ουσιαστικά είπε πως θέλει μια Αστυνομία που να σέβεται τον πολίτη και πως τότε, και ο πολίτης θα σέβεται την Αστυνομία. 

Ο πρωθυπουργός στην τοποθέτησή του ζήτησε συγγνώμη από τους πολίτες για όλα τα περιστατικά αστυνομικής βίας, ακόμα και για αυτά που έγιναν σε προηγούμενες περιόδους. Με αυτό τον τρόπο ανέλαβε την ευθύνη ως πρωθυπουργός ενός κράτους που έχει συνέχεια. Ποιος δε θυμάται άραγε τους ψεκασμούς συνταξιούχων επί της προηγούμενης διακυβέρνησης; Τότε κανείς δεν απολογήθηκε στους πολίτες. Δυστυχώς αστυνομική βία υπήρξε και επί εποχής Αλέξη Τσίπρα, που όμως κάνει πως το ξεχνά τώρα. Αν θέλουμε όμως να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα πρέπει να το δούμε με όρους θεσμικούς και όχι με όρους μικροπολιτικούς. Αυτή είναι άλλη μια διαφορά του κ. Μητσοτάκη από τον Αλέξη Τσίπρα.

Τέλος, ο πρωθυπουργός ανέδειξε το μέγεθος της υποκρισίας του ΣΥΡΙΖΑ, που ενώ βρισκόμαστε εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, καλεί τους πολίτες σε συγκεντρώσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει συνειδητά την τακτική της πόλωσης και του διχασμού.  Επειδή δε διαθέτει εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που μπορεί να συζητηθεί με πολιτικούς όρους, επιλέγει την σύγκρουση σε επίπεδο κοινωνίας. Όμως πλέον δεν είμαστε στο 2012 και οι πολίτες θυμούνται πολύ καλά τι έγινε απο το 2015 και μετά.

Το ζήτημα της Αστυνομικής βίας δε θα αντιμετωπισθεί με το βλέμμα στραμμένο στο ‘50, όπως επιδιώκει ο κ. Τσίπρας. Είναι λυπηρό να έχουμε σήμερα μια Αριστερά που επιβιώνει μόνο μέσα από τους διχασμούς του παρελθόντος. Αυτή είναι και τελικά η διαφορά των δύο ηγετών. Ο κ. Τσίπρας αναμασά το παρελθόν γιατί δεν έχει να πει τίποτα για το μέλλον, ενώ ο κ. Μητσοτάκης επιδιώκει να διαμορφώσει την Ελλάδα του μέλλοντος. Αυτό τελικά αποτυπώθηκε και στην Βουλή την προηγούμενη εβδομάδα.